Πέμπτη
29-07-2006
Μνήμες: Σταυρουλα Αμαραντιδου
Αφήγηση: Ευθυμια Κυριακιδου
«Η μανα μου η Σταυρουλα εκανε τρια δικαστηρια για να με παρη πισω», ειπε η Ευθυμια, επειδη ο Γιαγλης και η Γιαγλαβα δεν την υιοθετουσαν και την ειχανε σαν χαμαλα. Αποδειξη αυτου ηταν, ότι οταν ηταν δεκα εννια χρονων, πριν να παντρευτει τον Κυριακο, εβαλαν την Ευθυμια να υπογραψει ένα χαρτι, ότι δεν ειχε δικαιωμα στα περιουσιακα τους. Τα δικαστηρια δικαιωσαν την Σταυρουλα αλλα η Γιαγλαβα δεν την αφηνε. Αλλα και η Ευθυμια εκλαιγε γοερα και δεν ηθελε να φυγη να παει στην Σταυρουλα. Δεν γνωρισε την μανα της, ηξερε μονο την Γιαγλαβα.
Πηγαινε στο Κοτζα Ορμαν, το δασος διπλα στο Νεστο, και κατεβαζε ξυλα που ο Γιαγλης τα ‘φερνε με το καρρο όταν ηταν δωδεκα χρονων, πραγμα επικυνδινο για ένα μικρο κοριτσι. Όταν τα παιδια επαιζαν εξω, η Ευθυμια εκανε δουλειες. Μεχρι να τελοιωσει τις δουλειες, τα παιδια φευγανε. Εκλαιγε η Ευθυμια.
«Βρηκα τον πατερα σου και τον πηρα για να γλυτωσω». Ειχαν βρει καποιον γαμπρο από την Ξανθη, έναν σαρανταπενταρη, και η Γιαγλαβα ελεγε στην νεαρη Ευθυμια, «Θελεις, δεν θελεις θα τον παρεις». Ειχαν ερθει από την Ξανθη, να την δουνε και για αρραβωνιασματα. Ηταν ψηλος, θεωρατος. Η Ευθυμια αισθανοτανε ότι χανοτανε διπλα του, την φοβιζε. Εφυγε μια νυχτα και πηγε στην μανα της, στο σπιτι του Ηλια Λυτρα. Την κρυψανε στο σπιτι της γειτονισας της Μυροφορας. Η Γιαγλαβα την εψαχνε. Δεν την εβρισκε και ο Ξανθιωτης γαμπρος εφυγε. Τα προξενεια χαλασαν.
Πριν από αυτό το περιστατικο, η Ευθυμια ειχε για πρωτη φορα γνωρισει τον Κυριακο όταν εμεναν σε ένα σπιτι στα περιθωρια του χωριου, στους προποδες της πλαγιας, οπου ηταν το τσιφλικ με τα καπνα. Ειχαν μια γουρουνα, που ειχε κανει δεκα γουρουνακια. Ο Κυριακος ερχοτανε και επαιζε με τα γουρουνακια καθως πηγαινε στην δουλεια. Η Γιαγλαβα, που τον εβλεπε που ερχοταν συχνα-πυκνα, ελεγε στην Ευθυμια, «Να τον τυλιξεις αυτόν, θα ζησεις καλα». Η Ευθυμια εκανε ονειρα, ότι ειχε μελλον. Θα εκαναν πανω το σπιτι και κατω το μαγαζι. Μετα από χρονια ζωης με τον Κυριακο, τωρα αναπωλει και λεει, «Τα αποκτησα τωρα αλλα λιγο αργα».
Ο Κυριακος και η Ευθυμια αρχισαν να γνωριζονται καλυτερα και πριν να παντρευτουν, οι αλλοι εβλεπαν και ηθελαν να δουν τι κανουν. Αλλα μετα η Γιαγλαβα δεν ηθελε τον Κυριακο. Ενας φιλος του Κυριακου, ο Γιωργος, βρηκε τον Κυριακο και τον παροτρυνε να μιληση στην Γιαγλαβα. Ο Κυριακος μιλησε στην Γιαγλαβα, τον δεχτηκαν και μετα ολο εκει πηγαινε. Ο Κυριακος εδινε λεφτα στην Ευθυμια για να παντρευτουν. Θα τα εδιναν στον Παρασκευα και όταν εγιναν, εκει γυρω στις χιλιες δραχμες, αγορασε ένα δαχτυλιδι και εγινε ο γαμος.
Εμεναν στου Παρασκευα, στριμωχτα σε ένα σπιτι με τεσσερα δωματια για πανω από οχτω ανθρωπους. Μετα γεννηθηκε ο Σαββας. Στο χρονο πανω, δεν τα πηγαιναν καλα, και πηγαν να μεινουν στο μαντρι της Θαναηλινας. Μετα πηγαν στης Αγγελας τον κοινοχρηστο χωρο και εκει εχτισαν σπιτι. Οι αλλοι φωναζανε γιατι πηγαν και εχτισαν σπιτι εκει περα, αλλα δεν μπορουσαν να κανουν τιποτα, και με την γειτονισα της πια Αγγελα εγιναν φιλες, ακομη μεχρι τωρα σαραντα-πενηντα χρονια. Εκει γεννηθηκε και ο άλλος γιος τους ο Ματθαιος.
Εχτισαν σπιτι αλλα δεν υπηρχανε δουλειες, το καμινι δεν δουλευε, ο Κυριακος δεν εβγαζε λεφτα. Ο Βασιλης, ο συγχωριανος τους, που ητανε στην Αθηνα, ειπε στον Κυριακο, «Ελα, είναι καλα εδώ». Πηγανε στην Αθηνα αλλα τα πραγματα δεν ηταν ετσι ευκολα. Ο Κυριακος επιασε δουλεια στην Ιζολα με σαραντα πεντε δραχμες μεροκαματο και επληρωνε ενοικιο διακοσιες τριαντα πεντε δραχμες το μηνα. Τα λεφτα δεν εφταναν, την περναγανε με λιγο φαι, βδομαδα με βδομαδα. Αργοτερα, με την βοηθεια του Μιχαλη Κανελου πηγε στην ΒΙΣ με ενενηντα δραχμες μεροκαματο, τα πραγματα εγιναν καπως καλυτερα.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου